Ο Πύργος εμφανίζεται για πρώτη φορά σε γραπτή πηγή της Φραγκικής περιόδου, σε επιστολή του Πάπα Ονωρίου Γ', του έτους 1224.
Κατά τον ίδιο αιώνα (13°), αναφέρεται και η ίδρυση μοναστηριού στον Πύργο, το οποίο ήταν το μοναδικό μοναστήρι ανδρών του Λατινικού Μοναστικού Τάγματος των Kιστερκιανών στην Κύπρο. Οι Κιστερκιανοί μοναχοί φαίνεται πως κατοικούσαν στον Πύργο από το 1238 έως το 1251 και διατήρησαν την περιουσία τους εκεί, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 15ου αιώνα.

Οι Κιστερκιανοί καλλιεργούσαν το κτήμα τους και εκμεταλλεύονταν τη γεωργική παραγωγή. Για το σκοπό αυτό, είχαν κατασκευάσει ένα υψηλής τεχνoλογίας αρδευτικό σύστημα, όπως συνήθιζαν να κάνουν στα αβαεία τους, σε άλλα μέρη.

Με την εκμετάλλευση της ενέργειας του νερού συνδέεται ο σωζόμενος επιβλητικός υδροκίνητος μόλος του χωριού, με χαρακτηριστική μεσαιωνική καμάρα στο χώρo της φτερωτής, τριγωνική δεξαμενή από πάνω και εξαιρετικά μεγάλη (35χ25μ.) ορθογώνια διπλή δεξαμενή περίπου 300 μέτρα βορειοδυτικά του μόλου. Τη δεξαμενή τροφοδοτούσε το νερό πηγής που υπάρχει και σήμερα. Με μακρύ αυλάκι το νερό συγκεντρωνόταν στην τριγωνική δεξαμενή και διοχετευόταν στο λάκκο του μόλου, στο εσωτερικό του ψηλού βαθμιδωτού υδατόπυργου.

Τόσο οι κατασκευές αυτές, όσο και το μεγάλης κλίμακας αρδευτικό και υδραυλικό σύστημα, είναι χαρακτηριστικά της υψηλής τεχνολογίας των Κιστερκιανών και μοναδικά δείγματα του είδους τους στην Κύπρο, ίσως και σ' ολόκληρη την ανατoλική Μεσόγειο.

Λόγω της αρχιτεκτονικής και ιστορικής σημασίας του, ο Mεσαιωνικός Υδρόμυλος στον Πύργο, έχει κηρυχθεί το 1984 από το Τμήμα Aρxαιoτήτων σε « Aρxαίo Μνημείο» Β' Πίνακα.

Συμπληρώθηκαν οι ανασκαφές του υδροκίνητου αλευρόμυλου στο χωριό Πύργος της επαρχίας Λεμεσού. Η ανασκαφή επικεντρώθηκε σε τρεις τομείς και έγιναν οι ακόλουθες εργασίες:

1.Στον καλυμμένο με επιχώσεις χώρο του αλεστικού μηχανισμού, διαστάσεων 7χ8μ., αποκαλύφθηκε το δάπεδο από πέτρες του ποταμού, η κάτω μυλόπετρα, ενσωματωμένη στο δάπεδο και συνεχόμενη τραπεζοειδής λεκάνη από σκληρό ασβεστόλιθο, επιχεισμένη εσωτερικά με γυχοκομίαμα, η οποία χρησίμευε ως αλευροδοχή. Η δεύτερη μυλόπετρα βρέθηκε ανασηκωμένη με σιδερένιο βίντζι(αναβατόριο). Κομμάτια παλαιοτέρων μυλόπετρων από ηφαιστιογενές πέτρωμα της Μήλου, είχαν χρησιμοποιηθεί ως υλικό για την κατασκευή του δαπέδου. Έγινε επίσης καθαρισμός του δαπέδου του ισογείου καμαροσκεπούς χώρου της φτερωτής, η οποία δεν σώζεται.  

2.Στην τριγωνική δεξαμενή πάνω από τον βαθμιδωτό υδατόπυργο, που ορθώνεται σε ύψος περίπου 7μ. πάνω από το επίπεδο της μυλόπετρας., αποκαλύφθηκε το καλυμμένο κονίασμα και με υπόστρωμα από πέτρες δάπεδο και καθαρίστηκαν οι τοίχοι, καθώς και το αυλάκι που διασχίζει τη δεξαμενή αυτή καταλήγοντας στον αγωγό του υδατόπυργου.

3.Στην περιοχή των απομακρυσμένων από το νερόμυλο ορθογώνιων δεξαμενών, αποκαλύφθηκε το δάπεδο από κονίασμα της δυτικής δεξαμενής σε έκταση 8χ4μ.

Σε ψηλότερο επίπεδο βόρεια της δυτικής δεξαμενής καθαρίστηκε σε μήκος 13 μέτρων το νεότερο πετρόκτιστο αυλάκι, πλάτους 30-35 εκ. Τμήμα του οποίου εντοπίστηκε και βορειότερα και αποκαλύφθηκε παλαιότερο αυλάκι, πλάτους 1.25-1.50μ. με επίχρισμα και ασβεστοκονίαμα. Σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ο μύλος είχε τουλάχιστον δύο οικοδομικές φάσεις και διάρκεια χρήσης αρκετών αιώνων, όπως υποδηλώνεται από τα ελάχιστα όστρακα εφυαλωμένης κεραμικής που βρέθηκαν στα χώματα του δαπέδου.